Αθήνα, 14 Ioυλίου 2024
Επίσκεψη εργασίας πραγματοποίησε η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, στο Κάστρο της Κορώνης, όπου υλοποιείται μεγάλο τεχνικό έργο στερέωσης του βραχώδους υπόβαθρου του, των τειχών και των προμαχώνων.
Για να αντιμετωπιστεί το μείζον πρόβλημα του Κάστρου της Κορώνης, που παρουσίαζε έντονες διαβρώσεις και μεγάλες καταρρεύσεις στα πρανή, τα οποία γειτνιάζουν με τη θάλασσα, το Υπουργείο Πολιτισμού, δια της αρμόδιας Διεύθυνσης Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, υλοποιεί το έργο “Στερέωση βραχωδών πρανών και αποκατάσταση προμαχώνα στο Κάστρο Κορώνης”, με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, συνολικού προϋπολογισμού 2.500.000 €.
Η Λίνα Μενδώνη δήλωσε μετά την αυτοψία: «Στο νομό Μεσσηνίας, οι υπηρεσίες του ΥΠΠΟ υλοποιούν έργα συνολικού προϋπολογισμού 25.000.000 ευρώ από το ΕΣΠΑ -σε συνεργασία με την Περιφέρεια Πελοποννήσου- και από το Ταμείο Ανάκαμψης από πόρους που διαχειρίζεται το ΥΠΠΟ. Το κάστρο της Κορώνης είναι ένα από τα σημαντικότερα οχυρωματικά μνημεία της ενετικής περιόδου στον ελλαδικό χώρο και το μοναδικό, από τα μεσσηνιακά φρούρια, που κατοικείται ακόμη. Η αποκατάσταση του αποτελεί προτεραιότητα για το Υπουργείο Πολιτισμού, με κριτήριο την αντιμετώπιση των σοβαρών δομικών προβλημάτων του μνημείου, τα οποία οφείλονται σε έντονα γεωτεχνικά προβλήματα και στην γειτνίασή του με την θάλασσα. Με την ολοκλήρωση του έργου διασφαλίζεται η διάσωση των τειχών του κάστρου και επιπλέον δημιουργείται για τους επισκέπτες μία ακόμη πορεία περιήγησης, στις εντυπωσιακές οχυρώσεις του και στα παραθαλάσσια τείχη του ΝΔ προμαχώνα. Το έργο, ολοκληρώνεται, τον Ιούλιο του 2025, εντός του χρονοδιαγράμματός του, παρά τις μεγάλες τεχνικές δυσκολίες που παρουσιάζει».
Η Λίνα Μενδώνη πραγματοποίησε αυτοψία τόσο στη νοτιοδυτική όσο και στη βόρεια πλευρά των τειχών, όπου έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες τοποθέτησης ικριωμάτων, σφραγίσεις ρωγμών στις βραχόμαζες, καθώς και η κατασκευή των αγκυρίων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν, πέραν των προβλημάτων της στατικής επάρκειας των τειχών και των πρανών της ακρόπολης, οι έντονες διαβρώσεις και καταρρεύσεις στα πρανή που γειτνιάζουν με τη θάλασσα.
Το φυσικό αντικείμενο του έργου, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, περιλαμβάνει εργασίες στερέωσης των βραχωδών πρανών του νότιου τμήματος του Κάστρου και αποκατάστασης του ΝΑ προμαχώνα. Επιπλέον, περιλαμβάνει, σε άμεση προτεραιότητα, την εκπόνηση εξειδικευμένων εδαφοτεχνικών και στατικών μελετών στις συγκεκριμένες περιοχές κατά τη διάρκεια του έργου, ώστε να καταστεί δυνατή η υλοποίηση της άρσης της επικινδυνότητας.
Ένα σημαντικό τμήμα των εργασιών αφορούν στην αποκατάσταση του ΝΔ προμαχώνα του κάστρου, προκειμένου να καταστεί επισκέψιμος και να αξιοποιηθεί για πολιτιστικές δράσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας.
Παλαιότερα έργα που υλοποίησε επί του μνημείου το ΥΠΠΟ
Κατά την περίοδο 2002-2009, στο πλαίσιο του Γ΄ ΚΠΣ, υλοποιήθηκε έργο στερέωσης και αποκατάστασης τμημάτων του Κάστρου, προϋπολογισμού 600.000€, και, ακολούθως, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013, πραγματοποιήθηκαν εργασίες στερέωσης των πρανών και αποκατάστασης μεγάλου τμήματος του νότιου τείχους του Κάστρου, με συνολικό προϋπολογισμό 3.070.000 €.
Ιστορικά στοιχεία
Η Κορώνη αναδείχθηκε σε ισχυρό εμπορικό λιμάνι με διεθνή ακτινοβολία, καθώς μαζί με τη γειτονική Μεθώνη αποτελούσαν για αιώνες τους «οφθαλμούς» της Βενετίας, στον διάπλου των θαλάσσιων δρόμων, μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Το κάστρο είναι κτισμένο σε καίρια γεωγραφική θέση στην είσοδο του μεσσηνιακού κόλπου και η ίδρυσή του ανάγεται πιθανότατα στους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους. Το 1205 κυριεύτηκε από τους Φράγκους, πολύ σύντομα όμως πέρασε στην κυριαρχία των Ενετών, οι οποίοι κατά τους επόμενους αιώνες το μετατρέπουν σ’ ένα ισχυρό παραθαλάσσιο φρούριο. Με στόχο την προσαρμογή στις απαιτήσεις της νέας οχυρωματικής που επέφερε η ανακάλυψη της πυρίτιδας, οι Ενετοί επιδίδονται σε διαρκείς επιδιορθώσεις και ενισχύσεις των τειχών, οι οποίες θα συνεχιστούν και αργότερα από τους Οθωμανούς (1500 – 1685). Μετά ναυμαχία του Ναβαρίνου (1827) το κάστρο παραδόθηκε στο γαλλικό εκστρατευτικό σώμα του στρατηγού Maison και λίγο αργότερα περιήλθε στα χέρια των απελευθερωμένων Ελλήνων (1828). Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο χρησιμοποιήθηκε ως βάση των ιταλο-γερμανικών δυνάμεων κατοχής.