Ποια η σχέση της παχυσαρκίας με τους καρδιομεταβολικούς παράγοντες και τον κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου;
Πανευρωπαϊκή έρευνα που αξιολόγησε τον συσχετισμό μεταξύ του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) σε ενήλικες με ή χωρίς καρδιομεταβολικά νοσήματα και του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου χρησιμοποίησε δεδομένα από τις προοπτικές μελέτες, της Βρετανικής Τράπεζας Βιολογικών Δεδομένων (UK Biobank) και της Ευρωπαϊκής Προοπτικής Έρευνας για τον Καρκίνο και τη Διατροφή (EPIC). Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας) και Μαρία Καπαρέλου (Παθολόγος – Ογκολόγος) συνοψίζουν τα δεδομένα της μελέτης.
Ο συνολικός αριθμός συμμετεχόντων ήταν 577.343 ενήλικες χωρίς καρκίνο, διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακά νοσήματα κατά την έναρξη της μελέτης. Στην ανάλυση των δεδομένων φάνηκε ότι ο δείκτης μάζας σώματος συσχετιζόταν θετικά με τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου μεταξύ των συμμετεχόντων χωρίς καρδιομεταβολικά νοσήματα, καθώς και μεταξύ των συμμετεχόντων με διαβήτη τύπου 2, και μεταξύ των συμμετεχόντων με καρδιομεταβολικά νοσήματα.
Συμπερασματικά, ανεξαρτήτως του καρδιομεταβολικού προφίλ, μεγαλύτερες τιμές δείκτη μάζας σώματος αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου που σχετίζεται με την παχυσαρκία μεταξύ των Ευρωπαίων ενηλίκων. Η συνδυαστική αλληλεπίδραση μεταξύ παχυσαρκίας και καρδιομεταβολικών νοσημάτων υποδεικνύει ότι η πρόληψη ή η αντιμετώπισης της παχυσαρκίας θα μεταφραζόταν σε μεγαλύτερη μείωση του κινδύνου καρκίνου σε διάφορες ομάδες πληθυσμού με πάσχουν από διαφορετικές νόσους.
Σουηδική μελέτη δείχνει ότι ο τακτικός προληπτικός έλεγχος με μαστογραφίες μπορεί να μειώσει σημαντικά τη θνησιμότητα από καρκίνο του μαστού
Οι γυναίκες που παρακολουθούνται τακτικά με μαστογραφίες στο πλαίσιο προσυμπτωματικού ελέγχου μπορεί να έχουν μειωμένο κίνδυνο θνησιμότητας από καρκίνο του μαστού, σύμφωνα με πρόσφατα ευρήματα που παρουσιάστηκαν από τους Smith et al στην ετήσια συνάντηση της Radiological Society of North America (RSNA) 2023. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας) και Μαρία Καπαρέλου (Παθολόγος – Ογκολόγος) συνοψίζουν τα δεδομένα της μελέτης.
Η πρώιμη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού, πριν από την παρουσία συμπτωμάτων, μπορεί να είναι κρίσιμη για την επιβίωση. Σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία, οι γυναίκες ηλικίας μεταξύ 45 και 54 ετών θα πρέπει να υποβάλλονται σε μαστογραφία κάθε χρόνο και όσοι είναι ηλικίας 55 ετών και άνω μπορούν να υποβάλλονται σε μαστογραφία κάθε δεύτερο χρόνο ή να συνεχίσουν με ετήσιες μαστογραφίες. Η παράλειψη μόνο μιας προγραμματισμένης μαστογραφίας μπορεί να οδηγήσει σε πιο προχωρημένη διάγνωση καρκίνου του μαστού, επηρεάζοντας σημαντικά την πιθανότητα επιβίωσης του ασθενούς.
Ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης τόνισε ότι ο σκοπός του προληπτικού ελέγχου είναι η ανίχνευση του καρκίνου του μαστού προτού γίνουν εμφανή τα συμπτώματα. Αν και οι τακτικές μαστογραφίες είναι σημαντικός παράγοντας στην έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού, εξακολουθούν να υπάρχουν διάφορα εμπόδια που περιορίζουν τις γυναίκες από την πραγματοποίηση αυτής της εξέτασης, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε κάποιο κέντρο για μαστογραφικό έλεγχο, των υποχρεώσεων στην εργασία ή των οικογενειακών υποχρεώσεων.
Στην πρόσφατη αυτή μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν το ιστορικό μαστογραφίας προσυμπτωματικού ελέγχου σε 37.079 ασθενών με καρκίνο του μαστού που επισκέφθηκαν ογκολογικά κέντρα σε όλη τη Σουηδία από το 1992 έως το 2016 – με στόχο να προσδιορίσουν τον αντίκτυπο της παράλειψης της μαστογραφίας.
Οι ερευνητές κατέγραψαν από τις αναλύσεις τους ότι οι γυναίκες που υποβλήθηκαν σε όλες τις προγραμματισμένες μαστογραφίες είχαν ποσοστό επιβίωσης άνω του 80%, ενώ εκείνες που δεν συμμετείχαν σε καμία προληπτική εξέταση είχαν ποσοστό επιβίωσης που κυμαίνεται από 59,1% έως 77,6%.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι οι γυναίκες που υποβλήθηκαν στις τελευταίες πέντε μαστογραφίες πριν από τη διάγνωση καρκίνου του μαστού είχαν σχεδόν τρεις φορές λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με τις ασθενείς που δεν είχαν υποβληθεί σε καμία μαστογραφία. Αυτά τα ευρήματα δείχνουν ότι η συμμόρφωση στις τακτικές μαστογραφίες βελτιώνει την επιβίωση των γυναικών στις οποίες διαγιγνώσκεται καρκίνος του μαστού.